Πόσο κοντά ήταν άραγε ο Μινωικός Πολιτισμός στην Κρήτη, ο Ελλαδικός Πολιτισμός στην ηπειρωτική Ελλάδα και ο Κυκλαδικός Πολιτισμός στα νησιά του Αιγαίου; Και πόσο μοιάζουν τελικά οι σημερινοί Έλληνες με εκείνους τους πληθυσμούς του Βορείου Αιγαίου του 2.000 π.Χ.;
Η απάντηση είναι «πολύ περισσότερο απ’ όσο νομίζαμε μέχρι σήμερα».
Και αυτό γιατί, όπως αποδείχθηκε από πρόσφατη επιστημονική έρευνα, οι τρεις αυτοί πολιτισμοί, παρά τις διαφορές τους στα ταφικά έθιμα, στην αρχιτεκτονική και στην τέχνη, είχαν πληθυσμούς με σημαντικές γενετικές ομοιότητες στη διάρκεια της πρώιμης Εποχής του Χαλκού, δηλαδή πριν περίπου 5.000 χρόνια.
Πώς έφθασαν όμως οι ερευνητές στο συμπέρασμα αυτό;
Στο επίκεντρο της έρευνας, που διεξήχθη από Έλληνες και ξένους μελετητές, τέθηκε η ανάλυση αρχαίου DNA, το «διάβασμα» δηλαδή γονιδιωμάτων που βρέθηκαν σε διάφορες αρχαιολογικές τοποθεσίες στην περιοχή του Αιγαίου και του ευρύτερου ελλαδικού χώρου.
Ειδικότερα στο μικροσκόπιο των ερευνητών μπήκαν τέσσερα δείγματα από την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού και δύο από τη Μέση Εποχή του Χαλκού.
Ακόμη αναλύθηκαν τα μιτοχονδριακά γονιδιώματα από άλλα 11 άτομα της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια Χριστίνα Παπαγεωργοπούλου του Εργαστηρίου Φυσικής Ανθρωπολογίας του Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και την Άννα-Σαπφώ Μαλασπίνα του Τμήματος Υπολογιστικής Βιολογίας του Πανεπιστημίου της Λωζάννης και του Ελβετικού Ινστιτούτου Βιοπληροφορικής, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό βιολογίας «Cell», συμπέραναν ότι οι πρώτοι πολιτισμοί που έχτισαν μνημειακά ανάκτορα και αστικά κέντρα στην Ευρώπη είναι πιο ομοιογενείς γενετικά από ό,τι αναμενόταν.
Τα ευρήματα κρίνονται ως ιδιαιτέρως σημαντικά, καθώς υποδηλώνουν ότι σημαντικές καινοτομίες όπως η ανάπτυξη αστικών κέντρων, η χρήση μετάλλων και το εντατικό εμπόριο, που συνέβησαν κατά τη μετάβαση από τη Νεολιθική στην Εποχή του Χαλκού, δεν οφείλονταν μόνο στη μαζική μετανάστευση από την Ανατολή προς το Αιγαίο, όπως ήταν έως τώρα η επικρατούσα αντίληψη, αλλά επίσης στην πολιτισμική συνέχεια των τοπικών γεωργικών νεολιθικών πληθυσμών του Αιγαίου.
Ακόμα, με βάση τα γενετικά ευρήματα, εξήχθη το συμπέρασμα πως οι σημερινοί Έλληνες είναι αρκετά όμοιοι γενετικά με εκείνους τους πληθυσμούς του Βορείου Αιγαίου του 2.000 π.Χ.
Για τα αποτελέσματα της έρευνας μίλησε η επικεφαλής αυτής, η καθηγήτρια Χριστίνα Παπαγεωργοπούλου του Εργαστηρίου Φυσικής Ανθρωπολογίας του Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης.
Όπως εξήγησε η κα. Παπαγεωργοπούλου, σκοπός της έρευνας ήταν η γενετική ιστορία των πληθυσμών της Εποχής του Χαλκού. «Οι φορείς του κυκλαδικού, του μινωικού και του ελλαδικού πληθυσμού δεν είχαν κάποια γενετική διαφοροποίηση παρόλο που βλέπουμε πως στον πολιτισμό εκφράζονται με έναν διαφορετικό τρόπο.
Πρόκειται κατά 80% για πληθυσμούς της νεολιθικής εποχής που μετέβησαν στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού».
Όσον αφορά στους σύγχρονους πληθυσμούς, η επικεφαλής της έρευνας σημείωσε πως, όπως προέκυψε από τις επιστημονικές αναλύσεις του DNA, «οι Έλληνες από τη Μέση Εποχή του Χαλκού, περίπου 2.000 χρόνια π.X., έχουν μεγάλη γενετική ομοιότητα με τους σύγχρονους Έλληνες. «Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ιστορική συνέχεια του ελληνικού λαού.
Άλλωστε θα ήταν περίεργο να έβγαινε κάτι διαφορετικό. Γενικά οι πληθυσμοί της Ευρώπης είναι πολύ κοντά γενετικά μεταξύ τους» επισήμανε.
Διαβάστε ολόκληρη την επιστημονική δημοσίευση εδώ.
*ΥΓ. Εκτός πλαισίου της επιστημονικής μελέτης είναι αδύνατο να διαφύγει της προσοχής του παρατηρητή το γεγονός ότι κάποιοι γείτονές μας οι οποίοι επί μακρόν παρέμειναν και αναπαρήχθησαν σε αυτή την αιγαιακή λεκάνη ενδεχομένως να έχουν πλέον «μπολιαστεί» από αυτή τη γονιδιακή συνέχεια. Εάν μάλιστα οι μελέτες που διεξάγονται στις χώρες του Καυκάσου επιβεβαιώσουν με τη σειρά τους τα αποτελέσματα της προαναφερόμενης έρευνας, τότε ο κ. Ερντογάν και οι συν αυτώ θα πρέπει μάλλον να ανησυχούν. Τα 400 χρόνια άμεσης τριβής των εποίκων κατακτητών με το ελληνικό στοιχείο της λεκάνης του Αιγαίου, όπως δείχνουν τα πράγματα, μάλλον αυτούς τους εποίκους κατακτητές θα επηρέασε παρά τους γηγενείς.
Και κάτι ακόμη. Να θυμίσουμε πως οι Σελτζούκοι εισέβαλαν εις τη Βακτριανή, κατέλαβαν την Περσία και εκεί εξισλαμίστηκαν. Η αυτοκρατορία του Χοσρόη κληροδότησε στους Σελτζούκους ένα μεγάλο μέρος της γλώσσας της σελτζουκικής-τουρκικής, αλλά επηρέασε βαθιά και τη γραφή, τον πολιτισμό, την καλλιτεχνική παραγωγή των Σελτζούκων Τούρκων. Όταν οι Σελτζούκοι εξαφανίστηκαν και έδωσαν τη θέση τους στους Οσμανλίδες τα υπολείμματά τους στην Περσία ξεχάστηκαν και η όποια επιρροή τους στην ιστορία της Βακτριανής εξαφανίστηκε στον κάλαθο των υπολειμμάτων της ιστορίας. Έχουμε δηλαδή δύο μέτρα που καταδεικνύουν πως οι παλαιοί πολιτισμοί, όπως και να το κάνουν, αποδεικνύονται θεριά ανήμερα και επιβιώνουν σε όλες τις συνθήκες.
ΠΗΓΗ: zougla.gr