Lockdown: Αντιμετωπίζοντας την αποτυχία του δεύτερου απαγορευτικού, με ένα τρίτο

Αν και συνηθίζουμε να αναφέρουμε το τελευταίο απαγορευτικό που επιβλήθηκε στην Αττική την Πέμπτη 11/2 ως τρίτο lockdown επί της ουσίας δε βγήκαμε ποτέ από το δεύτερο της 7ης Νοεμβρίου.

Έχουν συμπληρωθεί περίπου 100 ημέρες από τότε που η Κυβέρνηση αποφάσισε να επιβάλλει ένα δεύτερο lockdown στη χώρα προκειμένου να αναχαιτίσει την έξαρση του δεύτερου κύματος κορονοϊού.

Από τότε όλοι οι πολίτες βιώνουμε σαφείς απαγορεύσεις στην κυκλοφορία μας οι οποίες επιτρέπονται μόνο για έξι λόγους, όμως παρά τους περιορισμούς το αποτέλεσμα δείχνει την αποτυχία αναχαίτισης της επιδημίας.

Οι συγκρίσεις με το επιτυχημένο lockdown του Μαρτίου για το οποίο είμαστε περήφανοι σαν χώρα, είναι αναπόφευκτες. Αξίζει να υπενθυμίσουμε για μια ακόμη φορά τα στοιχεία εκείνα που είχαν επιβάλλει το καθολικό lockdown το Μάρτιο. Στις 23 Μαρτίου είχαμε διαθέσιμες 217 ΜΕΘ για Covid-19 σε σύνολο 797. Από τις συγκεκριμένες ΜΕΘ ήταν καλυμμένο το 34%. Η κορύφωση σε κάλυψη ΜΕΘ συνέβη την 3η εβδομάδα της καραντίνας με τους νοσηλευόμενους σε ΜΕΘ να φτάνουν τους 105. Όταν δε, λήφθηκε η απόφαση για να χαλαρώσουν σταδιακά τα μέτρα μετά από 6 εβδομάδες καραντίνας, υπήρχαν διαθέσιμες 1015 συνολικά ΜΕΘ, εκ των οποίων οι 353 ήταν για Covid με 88 μόνο νοσηλευόμενους σε αυτές και φυσικά ραγδαία μείωση των νέων κρουσμάτων.

Η σημερινή εικόνα δεν έχει καμία σχέση με το πρώτο κύμα, το οποίο κράτησε 4 μήνες με την απόφαση για lockdown στον πρώτο κιόλας μήνα. Ήδη στην Ελλάδα βρισκόμαστε στον 5ο μήνα έξαρσης του δεύτερου κύματος αν θεωρήσουμε ότι στη χώρα άρχισε να εκδηλώνεται τον Οκτώβριο, και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της επιδημιολογικής κοινότητας θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι το ΕΣΥ θα βρεθεί σε οριακό σημείο σε λίγες μέρες.

Χθες, Σάββατο ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας ανακοίνωσε ότι τα νέα εργαστηριακά επιβεβαιωμένα κρούσματα της νόσου είναι 1222, όμως το χειρότερο στοιχείο είναι η άνοδος των διασωληνωμένων και πάλι στον κρισιμο αριθμό των 300. Μάλιστα συνολικά σε κλίνες ΜΕΘ νοσηλεύονται -διασωληνωμένοι ή όχι- περί τα 320 άτομα δηλαδή είναι κατειλημμένες πάνω από τις μισές και στην Αττική πάνω από τα 4/5.

Τρίτο καθολικό lockdown στην Αθήνα, για την αναχαίτηση της διασποράς του κορονοϊού. Στιγμιότυπα από το κέντρο της πόλης.

Την ίδια στιγμή συνολικά νοσηλεύονται περίπου 2000 άτομα, ενώ οι αυξημένες εισαγωγές έναντι των εξιτηρίων, ανησυχεί έντονα. Για παράδειγμα την Παρασκευή 12/2 είχαμε 254 νέες εισαγωγές, αριθμό ρεκόρ των τελευταίων εβδομάδων και 171 εξιτήρια. Το 60% των νέων εισαγωγών καταγράφεται στα νοσοκομεία της Αττικής όπου νοσηλεύονται πλέον πάνω από 1100 άτομα.

Η κατάσταση λοιπόν είναι ιδιαίτερα δύσκολη και η κυβέρνηση “ξαναποντάρει” σε αρχική σταθεροποίηση του αριθμού των κρουσμάτων και στη συνέχεια σε μείωση. Κανείς όμως δεν μπορεί να προβλέψει την πορεία της επιδημίας όταν μάλιστα έχουμε και εχθρό το χειμερινό καιρό και φυσικά τη διασπορά των νέων μεταλλάξεων.

Αναγνωρίζοντας πλέον την κρισιμότητα της κατάστασης και ακούγοντας τελικά την επιστημονική κοινότητα που εδώ και μέρες επεσήμανε ότι η χώρα θα μπει κι αυτή γρήγορα στο τρίτο κύμα της πανδημίας του κορονοϊού, η Κυβέρνηση αποφάσισε το lockdown. Η μη εφαρμογή των μέτρων στο βαθμό που απαιτείται για να αναχαιτιστεί η πορεία του ιού, σε συνδυασμό με την αύξηση των κρουσμάτων και των νοσηλειών, είναι τα βασικά κριτήρια που φαίνεται να έπεισε την Κυβέρνηση.

Να σημειώσουμε ότι συνυπολογίζοντας άλλες παραμέτρους η Κυβέρνηση δεν επέβαλλε αυστηρό καθολικό lockdown στην Επικράτεια, μια σημαντική διαφορά σε σχέση με το lockdown του Μαρτίου. Τότε παρά το γεγονός ότι πολλές περιοχές της χώρας δεν είχαν επιβεβαιωμένα κρούσματα, είχε επιβληθεί. Βέβαια τότε, με τον ελάχιστο αριθμό τεστ (περίπου 800-100 ημερησίως) δεν υπήρχε η δυνατότητα ιχνηλάτισης σε όλους τους νομούς.

Παρόλ’ αυτά ο σημαντικά χαμηλότερος νοσηλειών και δη διασωληνωμένων όπως και των θανάτων, δείχνει ότι στο πρώτο κύμα και κατά το πρώτο lockdown η διασπορά του κορονοϊού στην Ελλάδα ήταν περιορισμένη. Τότε όμως η Κυβέρνηση αποφάσισε να μη ρισκάρει. Αντίθετα τώρα ρισκάρει διατηρώντας ανοιχτές δραστηριότητες.

Κόσμος στην Ερμού κατά το τρίτο lockdown

Κινητικότητα


Πάντως παρά τα απαγορευτικά μέτρα η επίδραση στην μείωση της κινητικότητας δεν είναι η αναμενόμενη. Σύμφωνα με την 36η έκθεση προόδου του Παρατηρητηρίου Covid που αφορά το διάστημα 4 -10 Φεβρουαρίου 2021 με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του Google Mobility, η κινητικότητα του πληθυσμού εμφανίζει μέση μείωση κατά 33,2 ποσοστιαίες μονάδες (πμ) στις πέντε δραστηριότητες: 1) καταστήματα, εστίαση, ψυχαγωγία, 2) καταστήματα τροφίμων και φαρμάκων, 3) πάρκα και υπαίθριοι χώροι, 4) χρήση ΜΜΜ και 5) εργασιακοί χώροι, κατά τη διάρκεια του δεύτερου lockdown (7 Νοεμβρίου 2020 – 5 Φεβρουαρίου 2021) σε σύγκριση με την περίοδο ενός μήνα πριν την εφαρμογή του (7 Οκτωβρίου – 6 Νοεμβρίου 2020). Αντίστοιχα, η παραμονή στην κατοικία αυξήθηκε κατά 10,8 πμ.

Η σύγκριση της κινητικότητας κατά τη διάρκεια του δεύτερου lockdown (7 Νοεμβρίου 2020 – 5 Φεβρουαρίου 2021) σε σχέση με το πρώτο lockdown (23 Μαρτίου – 3 Μαΐου 2020), καταδεικνύει μεγαλύτερη κινητικότητα στις πέντε δραστηριότητες, κατά 20 πμ κατά μέσο όρο. Επίσης, η παραμονή στην κατοικία είναι 9,1 πμ μικρότερη σε σύγκριση με το πρώτο lockdown.

Συγκρίνοντας την μεταβολή της κινητικότητας μετά την επανεκκίνηση του λιανικού εμπορίου στις 18 Ιανουαρίου 2021, παρατηρούμε μία αύξηση της κινητικότητας σε καταστήματα – χώρους εστίασης και ψυχαγωγίας κατά 14,6 πμ κατά το διάστημα 18 Ιανουαρίου – 5 Φεβρουαρίου σε σύγκριση με το διάστημα 11 – 17 Ιανουαρίου. Η σύγκριση των δύο αυτών περιόδων εμφανίζει επίσης αύξηση της κινητικότητας στα πάρκα – υπαίθριους χώρους κατά 15 πμ και στα ΜΜΜ κατά 8,6 πμ, ενώ μικρότερες αυξήσεις παρατηρούνται στην κινητικότητα στα καταστήματα τροφίμων και φαρμάκων (+5,1 πμ) και στους χώρους εργασίας (+4,4 πμ).

Κλειστά σχολεία

Σχολεία


Μια ακόμη σημαντική διαφορά η οποία εντοπίζεται ανάμεσα στο πρώτο lockdown και το τωρινό, είναι η αντίληψη για την επίπτωση των σχολείων στην επιδημία. Το Μάρτιο η επιστημονική κοινότητα θεωρούσε ότι στα σχολεία η μεταδοτικότητα ήταν αυξημένη, κάτι τελικά που διαπιστώθηκε ότι δεν ισχύει. Γι’ αυτό και τα σχολεία είχαν παραμείνει για αρκετές εβδομάδες κλειστά ενώ ήταν και τα πρώτα που έκλεισαν όπως και η εστίαση.

Πλέον γίνεται προσπάθεια με κάθε ευκαιρία τα σχολεία να ανοίγουν, ειδικά οι πρώτες βαθμίδες, καθώς διαπιστώθηκε ότι η συμβολή τους στην μετάδοση του ιού δεν είναι μεγαλύτερη του 15-20%. Βέβαια και αυτό επαναξιολογείται λόγω των μεταλλάξεων.

ΠΗΓΗ: news247.gr ,

Γιώργος Σακκάς